Στο διπλανό χωργιό, στο σπίτι του συντέκνου ντου, εβρέθηκε ο Κρομμύδης μια βραδιά
Εβρίκενε το σύντεκνο με τα κοπέλια ντου, την ώρα απού ετρώγανε.
Φυσικά ο σύντεκνος του τονέ προσκάλεσε να φάνε.
– Έλα σύντεκνε να δειπνίσουμε!!
– Οοοϊ σύντεκνε…… ίσα με το λαιμό την έχω σακιασμένη!!
Ο κρομμύδης βέβαια είπενε αυτή την απάντηση, περιμένοντας το σύντεκνο του να τονέ προσκαλέσει και πάλι.
Αλλά τέθιο πράμα δεν εγίνηκε ποτέ.
Η ώρα όμως επερνούσενε και βλέποντας ο Κρομύδης πως το φαϊ ετελείωνε, παίρνει το θάρρος, σηκώνεται απάνω και με τη χαραχτηριστική Βορζανή φωνή απού τον εδιέκρινε, τους σε λέει μεγαλοφώνως:
Ά….. φαβέτα τρώτε!!!
Έ…. μα να φάω θέλω και ‘γω μα τη κοινωνιά μου!!!
Να φάω θέλω!!!
Κείμενο, διάσωση ιστορικού: Φανούριος Ζαχαριουδάκης